Το βερίκοκο (ορθότερα "βερίκοκκο") είναι ο καρπός της βερικοκιάς (επιστημονική ονομασία prunus armeniaca) της οικογενείας των ροδιδών.

Κατάγεται από τη Β. Κίνα, Μαντζουρία και Μογγολία και ήρθε στην Ευρώπη από την Αρμενία απ΄ όπου πήρε και το όνομά της. Η καλλιέργειά της ήταν γνωστή στην Κίνα από το 2.200 π.Χ. και φαίνεται ότι μεταφέρθηκε στην Ελλάδα από τον Μέγα Αλέξανδρο, γιατί δεν αναφέρεται από τον Θεόφραστο (400 π.Χ.). Ο Διοσκουρίδης ανέφερε τα βερίκοκα ως αρμενικά μήλα, λόγω της προέλευσης του φυτού. Στην Κύπρο και στα Δωδεκάνησα το ονομάζουν χρυσόμηλο, ενώ σε άλλα μέρη της Ελλάδος χρησιμοποιούν το όνομα ζαρδελιά.

Η ονομασία «βερίκοκο» προήλθε πιθανώς από το λατ. praecocia που σημαίνει «πρώιμα», επειδή παρουσιάζει πρώιμη ωρίμανση. Από την ελληνική ονομασία προέρχεται η αραβική berkuk.

Είναι σαρκώδης, σφαιρικός, με αυλακωτή κοιλιακή ραφή. Ο πυρήνας (κουκούτσι) είναι ξυλώδης και στο εσωτερικό του περιέχει 1-2 σπόρια με πικρή γεύση που μοιάζουν με αμύγδαλα και χρησιμοποιούνται στην φαρμακοποιία. Το σαρκώδες και χυμώδες περικάρπιο είναι εύγευστο, γλυκό και έχει χρώμα πορτοκαλοκίτρινο. Το εξωτερικό του βερίκοκου (φλούδα) είναι λεπτό, συνήθως χνουδωτό και είναι χρώματος κίτρινου με μερικές κόκκινες κηλίδες στη μπροστινή του πλευρά.

Είναι πλούσιο σε βιταμίνη Α και Κάλιο. Επίσης περιέχει βιταμίνες C, Β1, Β2 και φυσικό σάκχαρο. Επίσης τα βερίκοκα είναι πλούσια σε φυτικές ίνες. Το βερίκοκο καταναλώνεται νωπό ως φρούτο. Επίσης μπορεί να καταναλωθεί και αποξηραμένο, γίνεται μαρμελάδα, κομπόστα, χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική και γίνεται λικέρ και χυμός.

H Τουρκία έχει τη μεγαλύτερη παραγωγή στον κόσμο. Ακολουθούν το Ιράν, το Ουζμπεκιστάν, η Ιταλία, η Αλγερία, το Πακιστάν, η Γαλλία, το Μαρόκο, η Συρία, η Ισπανία. Η Ελλάδα παράγει πάνω από 45.000 τόνους κατά μέσον όρον ετησίως.

Εποχικότητα

Ιαν Φευ Μαρ Απρ Μαι Ιουν Ιουλ Αυγ Σεμ Οκτ Νοε Δεκ
Διαθεσιμότητα
Συγκομιδή
Μη διαθέσιμο